Η πιθανή «έκρηξη» των επιδημιολογικών δεικτών στις αρχές του φθινοπώρου που μιλά ακόμα και για 10.000 κρούσματα ημερησίως,  εντείνει τις κυβερνητικές προετοιμασίες, πυκνώνοντας τις πρωτοβουλίες γύρω από την πρόληψη και τον περιορισμό των νέων κρουσμάτων. Έτσι, εκτός από το νέο πλαίσιο μέτρων, το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή στις 13 Σεπτεμβρίου στο τραπέζι του Μεγάρου Μαξίμου έχει πέσει το ενδεχόμενο επέκτασης του μέτρου της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού.

Την ενδοκυβερνητική συζήτηση περί επέκτασης του υποχρεωτικού εμβολιασμού ενίσχυσε χθες και ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου δηλώνοντας πως «ό, τι έχουμε πει για την υποχρεωτικότητα ισχύει, το ενδεχόμενο επέκτασής της είναι πάντα μια επιλογή και ένα εργαλείο, που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι, υπάρχει η αντίστοιχη νομική βάση για αυτό».

Ποιοι παίρνουν σειρά μετά τους υγειονομικούς
   
Σύμφωνα με πληροφορίες κοντά στη λίστα του υποχρεωτικού εμβολιασμού φαίνεται να βρίσκονται οι ένστολοι, μολονότι «αγκάθι» για μια τέτοια εξέλιξη αποτελεί ο τρόπος αναπλήρωσής τους, ιδίως σε κρίσιμες θέσεις. Πάντως, τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψής τους είναι πολύ χαμηλά, για παράδειγμα στο λιμενικό είναι 65% και στην ΕΛ.ΑΣ μόλις που ξεπερνά το 50%. Στην κατεύθυνση αυτή, παράθυρο στην επέκταση της υποχρεωτικότητας στο δημόσιο άνοιξε και ο Υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης.

«Το κριτήριο που θα κρίνουν οι ειδικοί μετά το Σεπτέμβριο σε υπηρεσίες του δημοσίου, το κριτήριο για εμβολιασμό, είναι το θέμα της επαφής και της διακινδύνευσης από την επαφή αυτή» είπε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε «δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει την επέκταση ενός τέτοιου μέτρου πχ σε συγκεκριμένα σημεία, όπου υπάρχει επαφή με παρά πολλούς ανθρώπους και υπάρχει καθημερινή συνεχής και τακτική επικοινωνία, ευρύτερα αυτό που θα λέγαμε front desk».

Ταυτόχρονα, το ίδιο σκεπτικό διατρέχει και το ενδεχόμενο υποχρεωτικού εμβολιασμού στον ιδιωτικό τομέα σύμφωνα με τον Μάκη Βορίδη, ο οποίος συμπεριέλαβε, σε μια τέτοια προοπτική, κλάδους με πολύ μεγάλη επαφή με ανθρώπους, άρα μεγάλο συγχρωτισμό, όπως η εστίαση και κομμάτια του λιανικού εμπορίου.

Η χώρα μπροστά στο πέμπτο κύμα της πανδημίας

Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη, όχι μόνο με τον μεγάλο αριθμό των κρουσμάτων, αλλά με ένα πρόβλημα το οποίο δημιούργησε η ίδια και τώρα καλείται να βρει λύση. Το πρόβλημα αυτό έχει να κάνει με την απογύμνωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας από χιλιάδες εργαζόμενους από 1η Σεπτεμβρίου αφού οι ανεμβολίαστοι θα βγουν σε αναστολή εργασίας.

Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει επιβάλλει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των υγειονομικών -που είναι επιβεβλημένος- από την αρχή του καλοκαιριού, ώστε μέσα στο καλοκαίρι το ΕΣΥ να μπορεί να ανασυνταχτεί .

Έτσι, με την απόφαση της να αναστείλει τις άδειες όλων των εργαζομένων στον τομέα της υγείας από 1η Σεπτεμβρίου –γιατί ένα μεγάλο μέρος των υγειονομικών βγαίνει σε αναστολή- δημιουργεί ανώφελες συγκρούσεις καθώς το μέτρο αφορά και τους εμβολιασμένους .

 Δηλαδή, η κυβέρνηση αποφάσισε να διακόψει τις άδειες και των εμβολιασμένων υγειονομικών, προκειμένου να καλύψει τα κενά που θα δημιουργηθούν στο σύστημα υγείας. Μέτρο που κρίνεται από τα σωματεία των υγειονομικών ως απαράδεκτο καθώς είναι ένας κλάδος που τον τελευταίο χρόνο έχει βρεθεί στην πρώτη γραμμή στην μάχη κατά της πανδημίας.

Παράλληλα το αρμόδιο υπουργείο ανακοίνωσε ότι στην θέση όσων βγουν σε αναστολή εργασίας θα προσληφθουν αναπληρωματικοί και επικουρικό προσωπικό. Μόνο που, στην πραγματικότητα, όλοι αυτοί δεν θα έχουν καμία εκπαίδευση στην αντιμετώπιση του κορονοϊού.

Προφανώς από αυτή την εξέλιξη προκύπτουν μια σειρά ερωτήματα, όμως το σημαντικότερο είναι γιατί όλα αυτά δεν έγιναν την άνοιξη και στις αρχές του καλοκαιριού και γίνονται τώρα που όλα δείχνουν ότι μπαίνουμε στο πέμπτο κύμα της πανδημίας.

 
Την ίδια ώρα, ενώ η κυβέρνηση επέλεξε να αποκλείσει τους ανεμβολίαστους πολίτες απ’ όλους τους κλειστούς χώρους, εξαίρεσε τους χώρους λατρείας, δηλαδή της εκκλησίες. Μάλιστα, εντάσσοντας την όλη διαχείριση του θέματος στα επικοινωνιακά πλαίσια ο υπουργός Υγείας ανακοίνωσε ότι «θα πάμε τους εμβολιασμούς έξω από τους ιερούς ναούς».

 
Την ίδια στιγμή τα ποσοστά των ανεμβολίαστων που υπηρετούντων στα Σώματα Ασφαλείας είναι ιδιαίτερα χαμηλά αφού σύμφωνα με την εφημερίδα «Καθημερινή», ένας στους δύο αστυνομικούς είναι ανεμβολίαστος. Αν μάλιστα κάποιος σκεφτεί ότι οι ένστολοι θα κληθούν να κάνουν ελέγχους για το εάν τηρούνται τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, τότε είναι τουλάχιστον παράδοξο πως η κυβέρνηση αφήνει στο απυρόβλητο αυτό τον επαγγελματικό κλάδο.

Παράλληλα, οι εκπρόσωποι του συντονιστικού οργάνου των φορέων της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, χαρακτηρίζουν ανέφικτο το ενδεχόμενο να γίνονται τα rapid test στην τιμή των 10 ευρώ, καθώς όπως σημειώνουν το λειτουργικό κόστος είναι μεγαλύτερο από τη συγκεκριμένη τιμή.

 
Μάλιστα οι σύνδεσμοι διαγνωστικών ιατρείων, επισημαίνουν ότι «θα βρεθεί αντιμέτωπη με μία κατάσταση στην οποία θα υπάρχει αδυναμία διενέργειας των τεστ».

Το ερώτημα που γεννάται φυσικά είναι ποιος θα πληρώσει τα επιπλέον χρήματα, εάν τελικά η κυβέρνηση αποφασίσει να αυξήσει το κόστος των rapid test. Την διαφορά θα την καταβάλει η κυβέρνηση ή θα πρέπει να την πληρώσουν και αυτή οι ανεμβολίαστοι εργαζόμενοι;

Όλο αυτό το αλαλούμ συμβαίνει ενώ οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα κρούσματα μέσα στο φθινόπωρο μπορεί να φτάσουν και τα 10.000…

Πηγή: madata.gr